totalxliberation

Αγώνας για την Ολική Απελευθέρωση Γης – Ζώων – Ανθρώπων.

Κατηγορία: Green Anarchy

Το Λεξικό του Μηδενιστή – Μέρος Όγδοο – Κοινωνία

Το τελευταίο τμήμα του κειμένου του Ζερζάν μιλάει για την κοινωνία. Μια καυστική κριτική από τον αναρχο-πριμιτιβιστή, που βρίσκει τις αιτίες της αποξένωσης, της εξαθλίωσης και της κυριαρχίας, να διέπονται και να αναπαράγονται από την ίδια την ύπαρξη της κοινωνίας. Το κείμενο θα στηθεί ολόκληρο σε pdf, με μια δική μας κριτική και εισαγωγή, και ίσως τυπωθεί και σε κάποια αντίτυπα. Πρωτότυπο στα αγγλικά στο The Anarchist Library

Το Λεξικό του Μηδενιστή

John Zerzan

Κοινωνία

Κοινω-νία (ουσιαστικό) [στα λατινικά από την λέξη socius, συντροφιά]. 1. Ένα οργανωμένο σύνολο από αλληλένδετα άτομα και ομάδες. 2. Συγκεντρωτική εκβιαστική ομάδα, που αναπτύσσεται εις βάρος του ατόμου, της φύσης και της ανθρώπινης αλληλεγγύης.

Η κοινωνία παντού σήμερα οδηγείται από τον ποδόγυρο της εργασίας και της κατανάλωσης. Αυτή η αξιοποιημένη κίνηση, τόσο μακριά από μια κατάσταση συντροφικότητας, δεν πραγματοποιείται χωρίς αγωνία και δυσαρέσκεια. Το να έχεις όλο και περισσότερα ποτέ δεν αντισταθμίζεται με το να είσαι λιγότερος, όπως μαρτυρά ο ανεξέλεγκτος εθισμός στα ναρκωτικά, την εργασία, την άσκηση, το σεξ, κλπ. Πρακτικώς όλα μπορούν και είναι υπερκαταναλώσιμα στην επιθυμία της ικανοποίησης σε μια κοινωνία της οποίας το χαρακτηριστικό σημάδι είναι η άρνηση της ικανοποίησης. Αλλά μια τέτοια υπέρβαση τουλάχιστον είναι η απόδειξη της πείνας για ολοκλήρωση, η οποία είναι, μια τεράστια δυσαρέσκεια προς αυτό που έχουμε μπροστά μας.

Οι έμποροι, για παράδειγμα, προμηθεύουν με κάθε λογής ουσία απόδρασης. Πανάκεια του New Age (δυτικό πνευματικό ρεύμα/τάση), αηδιαστικός υλιστικός μυστικισμός σε μαζική κλίμακα: άρρωστος και εγωιστικός, προφανώς ανίκανος να κοιτάξει οποιοδήποτε σημείο της πραγματικότητας με θάρρος ή ειλικρίνεια. Για αυτούς που εξασκούν την τάση του New Age, η ψυχολογία δεν είναι τίποτα λιγότερο από μια ιδεολογία και η κοινωνία είναι άσχετη.

Εν τω μεταξύ, ο Bush, εξετάζοντας τις ‘γενιές που γεννήθηκαν μουδιασμένες στην απόγνωση’, ήταν προβλέψιμα αρκετά απεχθής ώστε να κατηγορήσει τα θύματα, παραθέτοντας την ‘ηθική τους κενότητα’. Το βάθος της εξαθλίωσης θα μπορούσε καλύτερα να συσσωρευτεί στην ομοσπονδιακή έρευνα των μαθητών λυκείου που αποφοίτησαν στις 19/9/91, η οποία κατέληξε πως το 27 τοις εκατό των μαθητών ‘σκέφτηκαν σοβαρά’ την αυτοκτονία την προηγούμενη χρονιά.

Θα μπορούσε επίσης να συμβαίνει πως το κοινωνικό, με την αυξανόμενη μαρτυρία για την αλλοτρίωση – η μαζική κατάθλιψη, η άρνηση της παιδείας, η έγερση των διαταραχών πανικού, κλπ. – ίσως τελικά να καταγράφεται πολιτικά. Τέτοια φαινόμενα όπως η συνεχιζόμενη φθίνουσα προσέλευση ψηφοφόρων και η μεγάλη έλλειψη εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση, οδήγησαν το Ίδρυμα Kettering το 91’ να συμπεράνει πως ‘η νομιμότητα των πολιτικών μας θεσμών βρίσκεται σε μεγαλύτερο κίνδυνο από όσο φαντάζονται οι ηγέτες μας’, και μια έρευνα τριών πολιτειών (όπως την εξέθεσε ο αρθρογράφος Tom Wicker στις 14/10/91) διέκρινε ‘ένα επικίνδυνα ευρύ φάσμα ανάμεσα στους κυβερνήτες και στους κυβερνόμενους’.

Η επιθυμία για μια μη ακρωτηριασμένη ζωή και για έναν μη ακρωτηριασμένο κόσμο στον οποίο να ζούμε, συγκρούεται με μια ανατριχιαστική πραγματικότητα: Η υποκειμενοποίηση στην πρόοδο της σύγχρονης κοινωνίας είναι η ακόρεστη ανάγκη του κεφαλαίου για ανάπτυξη και επέκταση. Η κατάρρευση του κρατικού καπιταλισμού στην Ανατολική Ευρώπη και στην ΕΣΣΔ αφήνει μόνο την ‘θριαμβευτική’ τακτική ποικιλία στην διοίκηση, αλλά τώρα αντιμετωπίζεται πιο επίμονα με πολύ πιο βασικές αντιφάσεις από αυτές που υποτίθεται ότι ξεπέρασε με τον ψευδό-αγώνα του με τον ‘σοσιαλισμό’. Σίγουρα, η Σοβιετική βιομηχανία δεν ήταν ποιοτικά διαφορετική από οποιαδήποτε άλλη παραλλαγή του καπιταλισμού, και πολύ πιο σημαντικά, κανένα σύστημα παραγωγής (καταμερισμός της εργασίας, κυριαρχία πάνω στην φύση, και η έμμισθη σκλαβιά σε περισσότερο ή λιγότερο ίσες δόσεις) δεν μπορεί να επιτρέψει είτε την ανθρώπινη ευτυχία είτε την οικολογική επιβίωση.

Τώρα μπορούμε να δούμε μια επερχόμενη θέαση του κόσμου ως ένα τοξικό, χωρίς όζον πτώμα. Όταν κάποτε οι άνθρωποι έβλεπαν την τεχνολογία σαν μια υπόσχεση, τώρα μπορούμε να γνωρίζουμε στα σίγουρα πως θα μας σκοτώσει. Η κομπιουτεροποίηση, με την παγωμένη της ανία και τα απόκρυφα της δηλητήρια, εκφράζει την τροχιά της κοινωνίας, οδηγώντας την ομαλά μακριά από την αισθησιακή ύπαρξη και βρίσκοντας την τωρινή της αποθέωση στην Εικονική Πραγματικότητα.

Το θέμα δεν είναι η φυγή της Εικονικής Πραγματικότητας, γιατί ποιοι/ες από μας θα μπορούσαν να τα βγάλουν πέρα χωρίς τρόπους φυγής; Παρομοίως, δεν είναι τόσο η εκτροπή από την συνείδηση όσο είναι η ίδια η συνείδηση της απόλυτης αποξένωσης από τον φυσικό κόσμο. Η Εικονική Πραγματικότητα μαρτυρά μια βαθιά παθολογία, που θυμίζει τους Μπαρόκ καμβάδες του Rubens που απεικονίζουν πάνοπλους ιππότες αναμεμειγμένους με, αλλά ξεχωριστά από, γυμνές γυναίκες. Εδώ, τα ‘εναλλακτικά’ τεχνολογικά πρεζάκια του Whole Earth Review (περιοδικό), πρωτοπόροι υποστηρικτές της Εικονικής Πραγματικότητας, προβάλουν τα αληθινά τους χρώματα. Ένα φετίχ ‘εργαλείων’, και μια παντελής έλλειψη ενδιαφέροντος για κριτική προς την πορεία της κοινωνίας, οδηγούν στον δοξασμό του τεχνητού παραδείσου της Εικονικής Πραγματικότητας.

Το καταναλωτικό κενό της υψηλά τεχνολογικής προσομοίωσης και χειραγώγησης οφείλει την κυριαρχία του σε δύο αυξανόμενες τάσεις στην κοινωνία, την εξειδίκευση της εργασίας και την απομόνωση των ατόμων. Από αυτό το πλαίσιο αναδύεται η πιο τρομακτική όψη του κακού: τείνει να δεσμεύεται από ανθρώπους που δεν είναι απαραίτητα κακοί. Η κοινωνία, η οποία με κανέναν τρόπο δεν θα μπορούσε να επιβιώσει μια συνειδητή επιθεώρηση, είναι οργανωμένη ώστε να αποτρέπει αυτή την ίδια την επιθεώρηση.

Οι κυρίαρχες, καταπιεστικές ιδέες δεν διεισδύουν σε ολόκληρη την κοινωνία, αλλά η επιτυχία τους εξασφαλίζεται από την κατακερματισμένη φύση της αντίστασης προς αυτές. Εν τω μεταξύ, αυτό που φοβάται πιο πολύ η κοινωνία είναι ακριβώς τα ψέματα που υποψιάζεται ότι είναι χτισμένη πάνω. Αυτός ο φόβος ή η αποφυγή δεν είναι η ίδια προφανώς με το ξεκίνημα της υποβολής μιας νεκρωτικής δύναμης των περιστάσεων με την δύναμη των γεγονότων.

Ο Adorno τόνισε στην δεκαετία του 60’ πως η κοινωνία μετατρέπεται όλο και πιο πολύ σε μια κοινωνία εγκλωβισμού και ανικανότητας. Προέβλεψε ότι τελικά το να μιλάμε για την αιτιότητα μέσα στην κοινωνία θα γινόταν κάτι ανούσιο: η ίδια η κοινωνία είναι η αιτία. Ο αγώνας προς μια κοινωνία – αν επρόκειτο να λέγεται ακόμα έτσι – της πρόσωπο-με-πρόσωπο επαφής μέσα και από τον φυσικό κόσμο, πρέπει να βασιστεί στην κατανόηση της κοινωνίας του σήμερα ως μια μονολιθική, σφαιρική πορεία θανάτου.

Το Λεξικό του Μηδενιστή – Μέρος Έβδομο – Πρόοδος

Σε αυτό το τμήμα του ‘λεξικού’, ο συγγραφέας σκιαγραφεί την πρόοδο μέσα από τον ρους της ιστορίας, την άμεση σχέση του με την κυριαρχία, την εξημέρωση και την ατομική και συλλογική αποξένωση. Κάθε πρόοδος έχει χτιστεί πάνω στον θάνατο της φύσης, των ζώων και των ανθρώπων. Πρωτότυπο στα αγγλικά στο The Anarchist Library

Το Λεξικό του Μηδενιστή

John Zerzan

Πρόοδος

Πρό-οδός (ουσιαστικό). 1. [αρχαϊκό] Επίσημη διαδρομή, από έναν κυβερνήτη. 2. Ιστορική ανάπτυξη, υπό την έννοια της εξέλιξης ή της βελτίωσης. 3. Η πορεία προς τα εμπρός της ιστορίας ή του πολιτισμού, όπως σε μια έκθεση τρόμου ή ένα ταξίδι θανάτου.

Ίσως καμία μοναδική ιδέα στον Δυτικό πολιτισμό δεν έχει υπάρξει τόσο σημαντική όσο η αντίληψη της προόδου. Είναι επίσης αληθές το ότι, όπως το είπε ο Robert Nisbet, ‘Τώρα όλα υποδηλώνουν πως η πίστη της Δύσης στο δόγμα της προόδου μειώνεται ραγδαία σε όλα τα επίπεδα και τους τομείς, σε αυτό το τελευταίο τμήμα του εικοστού αιώνα.’

Επίσης, στο αντί-εξουσιαστικό περιβάλλον, η πρόοδος έχει πέσει σε δύσκολους καιρούς. Υπήρχε μια εποχή όπου οι ελαφρόμυαλοι συνδικαλιστές, σαν τους στενούς Μαρξιστές συγγενείς τους, μπορούσαν περισσότερο ή λιγότερο να κατηγορήσουν ως περιθωριακούς και ασήμαντους όσους δεν ενδιαφέρονταν να οργανώσουν την αλλοτρίωση τους μέσω των συνδικάτων, των συμβουλίων και παρόμοιων τέτοιων. Αντί του παλιού σεβασμού προς την παραγωγικότητα και την παραγωγή (οι πυλώνες της προόδου), μια Λουδδιτική συνταγή για τα εργοστάσια είναι ανοδική, και η αντί-εργασία είναι ένα βασικό σημείο εκκίνησης του ριζοσπαστικού διαλόγου. Μπορούμε ακόμα να δούμε συγκεκριμένους παλιούς συνδικαλιστές (σημ. στο κείμενο αναφέρεται η φράση ‘ageing leopards’, που δεν μεταφράζεται ακριβώς στα ελληνικά) να προσπαθούν να αλλάξουν τις θέσεις τους: οι Βιομηχανικοί Εργάτες του Κόσμου (Industrial Workers of the World – IWW), ντροπιασμένοι από την πρώτη λέξη του ονόματος τους μπορεί ακόμα να κινηθούν και στην άρνηση της δεύτερης λέξης (αν και σίγουρα όχι ως μια οργάνωση στο σύνολο της).

Η οικολογική κρίση είναι ξεκάθαρα ένας παράγοντας της δυσφήμισης της προόδου, αλλά το πώς παρέμεινε ένα αντικείμενο πίστης για τόσους πολλούς για τόσο καιρό είναι ένα εξοργιστικό ερώτημα. Μετά από όλα αυτά, τι σημαίνει τελικά η πρόοδος; Η υπόσχεση της ξεκίνησε να συνειδητοποιεί τον εαυτός της, με πολλούς τρόπους, από την απαρχή της ιστορίας. Με την εμφάνιση της γεωργίας και του πολιτισμού ξεκίνησε, για παράδειγμα, η προοδευτική καταστροφή της φύσης – μεγάλες περιοχές της Εγγύς Ανατολής, της Αφρικής και της Ελλάδας μετατράπηκαν σε ερημικές εκτάσεις γης.

Από την άποψη της βίας, η μεταμόρφωση από τον κυρίως ειρηνικό και ισότιμο τροφοσυλλεκτικό/κυνηγετικό τρόπο ζωής, στην βία της γεωργίας/του πολιτισμού ήταν ταχεία. ‘Εκδίκηση, φέουδα, πόλεμοι, και μάχες φαίνεται πως αναδύθηκαν, και έγιναν χαρακτηριστικά, ανάμεσα στους εξημερωμένους λαούς,’ σύμφωνα με τον Peter Wilson. Περιττό να πούμε πως και η βία σίγουρα έκανε πρόοδο στην πορεία της, από κυβερνητικά όπλα που σπέρνουν τον θάνατο στην πρόσφατη αύξηση του ξεσπάσματος των φόνων και των μανιακών δολοφόνων.

Η νόσος επίσης είναι σχεδόν μια εφεύρεση της πολιτισμένης ζωής – κάθε γνωστή εκφυλιστική ασθένεια είναι μέρος του φόρου της ιστορικής βελτίωσης. Από την ολότητα και την αισθησιακή ζωτικότητα της προ-ιστορίας, στην τωρινή θέαση των ενδημικών προβλημάτων υγείας και της μαζικής ψυχικής μίζερης προόδου.

Ο πύργος της προόδου είναι η σημερινή Εποχή της Πληροφορίας, η οποία ενσωματώνει μια πρόοδο στον καταμερισμό της εργασίας, από μια πρωτύτερη εποχή της μεγαλύτερης πιθανότητας για αμεσολάβητη κατανόηση, στο σημείο όπου η γνώση γίνεται απλά ένα όργανο του καταπιεστικού συνόλου, στην τωρινή εποχή της κυβερνοχώρας του διαδικτύου όπου τα δεδομένα των υπολογιστών είναι το μόνο που έχει απομείνει πραγματικά. Η πρόοδος έχει θέσει το ίδιο της το νόημα σε πτήση/άνοδο.

Η επιστήμη, το μοντέλο της προόδου, έχει φυλακίσει και ανακρίνει την φύση, ενώ η τεχνολογία την έχει καταδικάσει (και την ανθρωπότητα) σε καταναγκαστική εργασία. Από την αρχική διαίρεση του εαυτού μας που είναι ο πολιτισμός, στον διαχωρισμό του μυαλού από τα υπόλοιπα αντικείμενα (συμπεριλαμβανομένου του σώματος) του Descartes, στο άγονο, υψηλά τεχνολογικό μας παρών – ένα κίνημα πραγματικά εκπληκτικό. Δύο αιώνες πριν, οι πρώτοι εφευρέτες των βιομηχανικών μηχανημάτων φτύνονταν από τους άγγλους εργάτες υφασμάτων που υποβάλλονταν σε αυτά, και θεωρούνταν αχρείοι σχεδόν από όλους, εκτός από τους καπιταλιστές χρηματοδότες τους. Οι σχεδιαστές της σημερινής κομπιουτεροποιημένης σκλαβιάς έχουν λεοντοποιηθεί σαν πολιτισμικοί ήρωες, αν και η αντίσταση αρχίζει να εξαπολύεται.

Στην απουσία της μεγαλύτερης αντίστασης, η εσωτερική λογική της ταξικής ανάπτυξης της κοινωνίας θα κορυφωθεί σε μια συνολική τεχνολογιοποιημένη ζωή, ως το τελευταίο της στάδιο. Η ισοδυναμία της προόδου της κοινωνίας και αυτής της τεχνολογίας γίνεται ολοένα και πιο εμφανής από το γεγονός της έμφυτης σύγκλισης τους. Το τελευταίο και καλύτερο έργο του Walter Benjamin, ‘Θέσεις πάνω στην Φιλοσοφία της Ιστορίας’, περιέχει αυτήν την στιχουργικά εκφρασμένη διορατικότητα:

«Ένας πίνακας του Klee που ονομάζεται ‘Angelus Novus’, παρουσιάζει έναν άγγελο να φαίνεται σαν να είναι έτοιμος να φύγει μακριά από κάτι που σκέφτεται σταθερά. Τα μάτια του ατενίζουν, το στόμα του είναι ανοιχτό, τα φτερά του είναι απλωμένα. Έτσι κάποιος αποτυπώνει τον άγγελο της ιστορίας. Το πρόσωπο του είναι στραμμένο προς το παρελθόν. Από όπου λαμβάνουμε μια αλυσίδα γεγονότων, αυτός βλέπει μια μοναδική καταστροφή, η οποία συνεχίζει να συσσωρεύεται σε συντρίμμια πάνω από συντρίμμια και τα εκσφενδονίζει μπροστά στα πόδια του. Ο άγγελος θα ήθελε να μείνει, να αφυπνίσει τους νεκρούς, και να μετατρέψει σε όλον αυτό που έχει σπάσει. Αλλά μια θύελλα φυσάει από τον Παράδεισο – έχει πιαστεί στα φτερά του με τέτοια βία ώστε ο άγγελος δεν μπορεί πια να τα κλείσει. Αυτή η θύελλα τον ωθεί ακαταμάχητα προς το μέλλον, στο οποίο η πλάτη του είναι στραμμένη, ενώ η σωρός των συντριμμιών μεγαλώνει προς τον ουρανό. Αυτή η θύελλα είναι αυτό που αποκαλούμε πρόοδος.»

Το Λεξικό του Μηδενιστή – Μέρος Έκτο – Καταμερισμός της Εργασίας

Στο έκτο μέρος του κειμένου ο Ζερζάν αναλύει την προέλευση του καταμερισμού της εργασίας, τους υπερασπιστές του μέσα στην ιστορία, και καταδεικνύει την ανάγκη της εγκατάλειψης του για την ολική απελευθέρωση. Πρωτότυπο στα αγγλικά στο The Anarchist Library

Το Λεξικό του Μηδενιστή

John Zerzan

Καταμερισμός της Εργασίας

Κατά-μερ-ισμός της ερ-γασ-ίας (ουσιαστικά). 1. Η κατανομή σε συγκεκριμένα, καθορισμένα καθήκοντα για την μέγιστη αποδοτικότητα της παραγωγής, η οποία αποτελεί την βιομηχανία – θεμελιώδης πτυχή της παραγωγής. 2. Ο κατακερματισμός ή η μείωση της ανθρώπινης δραστηριότητας σε ξεχωριστό μόχθο, το οποίο είναι η πρακτική ρίζα της αλλοτρίωσης – αυτή η βασική εξειδίκευση που κάνει τον πολιτισμό να εμφανιστεί και να αναπτυχθεί.

Η σχετική ολότητα της προ-πολιτισμικής ζωής ήταν πρώτα και κύρια μια απουσία του στενού, περιοριστικού διαχωρισμού των ανθρώπων σε διαφοροποιημένους ρόλους και λειτουργίες. Το θεμέλιο της συρρίκνωσης της εμπειρίας και της αδυναμίας μας στο πρόσωπο του βασιλείου της εξειδίκευσης, που φαίνεται τόσο έντονα σήμερα, είναι ο καταμερισμός της εργασίας. Δύσκολα είναι τυχαίο το ότι οι βασικές ιδεολογίες του πολιτισμού έχουν προσπαθήσει ισχυρά να το αξιοποιήσουν. Στην ‘Πολιτεία’ του Πλάτωνα, για παράδειγμα, μαθαίνουμε πως η προέλευση του κράτους βρίσκεται στην ‘φυσική’ ανισότητα της ανθρωπότητας, ενσωματωμένη στον καταμερισμό της εργασίας. Ο Durkheim εξύμνησε έναν διαχωρισμένο, άνισο κόσμο μαντεύοντας πως η λύδια λίθος της ‘ανθρώπινης αλληλεγγύης’, η αναγκαία ηθική της αξία είναι – μαντέψτε τι – ο καταμερισμός της εργασίας. Πριν από αυτόν, σύμφωνα με τον Franz Borkenau, η μεγάλη αύξηση του καταμερισμού της εργασίας που συνέβη γύρω στα 1600 ήταν αυτό που εισήγαγε την αφηρημένη κατηγορία της δουλειάς, η οποία μπορεί να ειπωθεί πως αποτελεί την βάση, με τη σειρά της, ολόκληρης της σύγχρονης Καρτεσιανής αντίληψης πως η σωματική μας ύπαρξη είναι απλά ένα αντικείμενο της (αφηρημένης) συνείδησης μας.

Στην πρώτη πρόταση του έργου ‘Ο Πλούτος των Εθνών’ (‘The Wealth of Nations’ 1776), ο Adam Smith προέβλεψε την ουσία του βιομηχανικού συστήματος προσδιορίζοντας πως ο καταμερισμός της εργασίας αντιπροσωπεύει μια ποιοτική αύξηση στην παραγωγικότητα. Είκοσι χρόνια αργότερα ο Schiller αναγνώρισε πως ο καταμερισμός της εργασίας παρήγαγε μια κοινωνία μέσα στην οποία τα μέλη της ήταν ανίκανα να αναπτύξουν την ανθρωπιά τους. Ο Marx μπορούσε να δει και τις δύο πλευρές: ‘ως αποτέλεσμα του καταμερισμού της εργασίας’, ο εργάτης είναι ‘μειωμένος στην κατάσταση μιας μηχανής’. Αλλά η λατρεία του Marx για την πληρότητα της παραγωγής ως απαραίτητη για την ανθρώπινη απελευθέρωση, ήταν καθοριστική. Είδε την εξαθλίωση της ανθρωπότητας στον δρόμο της ανάπτυξης του κεφαλαίου σαν ένα αναγκαίο κακό.

Ο Μαρξισμός δεν μπορεί να αποφύγει το καθοριστικό αποτύπωμα αυτής της απόφασης υπέρ του καταμερισμού της εργασίας, και οι μεγαλύτεροι εκφραστές του αντικατοπτρίζουν σίγουρα αυτή την αποδοχή. Ο Lukacs, για παράδειγμα, επέλεξε να το αγνοήσει αυτό, βλέποντας μόνο τις ‘φαντασιακές συνέπειες της κυρίαρχης μορφής των εμπορευμάτων’, έχοντας την προσοχή του στο πρόβλημα της προλεταριακής συνείδησης. Ο E.P. Thompson συνειδητοποίησε πως με το εργοστασιακό σύστημα, ‘ο χαρακτήρας-δομή του επαναστατικού προ-βιομηχανικού εργάτη ή τεχνίτη αναδιατυπώθηκε βίαια στον τύπο του υποτακτικού εργαζόμενου’. Αλλά αφιέρωσε εκπληκτικά λίγη προσοχή στον καταμερισμό της εργασίας, στον κεντρικό μηχανισμό μέσω του οποίου αυτή η μεταμόρφωση επιτεύχθηκε. Ο Marcuse προσπάθησε να συλλάβει έναν πολιτισμό χωρίς καταστολή, ενώ αποδεικνύεται επαρκώς η ασυμβατότητα αυτών των δύο. Ως υπόκλιση στην ‘φυσικότητα’ που βρίσκεται συνυφασμένη με τον καταμερισμό της εργασίας, έκρινε πως ‘η ορθολογική άσκηση της εξουσίας’ και η ‘ανάπτυξη του συνόλου’ βασίζονται πάνω του – ενώ λίγες σελίδες μετά (στο ‘Έρωτας και Πολιτισμός’) δηλώνει πως ‘όσο η εργασία κάποιου/ας γίνεται πιο αλλοτριωτική, τόσο πιο εξειδικευμένος γίνεται ο καταμερισμός της εργασίας’.

Ο Ellul κατανόησε πως ‘το κοφτερό μαχαίρι της εξειδίκευσης έχει διαπεράσει τη ζωντανή σάρκα σαν ξυράφι’, το πώς ο καταμερισμός της εργασίας προκαλεί την άγνοια ενός ‘κλειστού σύμπαντος’ αποκόβοντας το υποκείμενο από τους άλλους και από την φύση. Ομοίως, ο Horkheimer συνόψισε την εξασθένιση: ‘έτσι, τα άτομα γίνονται όλο και πιο παθητικά προς τις δραστηριότητες τους – για όλη τους την εξουσία πάνω στην φύση, γίνονται όλο και πιο αδύναμοι σε σχέση με την κοινωνία και τους εαυτούς τους.’ Σε αυτό το μοτίβο, ο Foucault τόνισε πως η παραγωγικότητα είναι η θεμελιώδης σύγχρονη καταστολή.

Αλλά η πρόσφατη Μαρξιστική σκέψη συνεχίζει να βαδίζει στην παγίδα της τελικής ανύψωσης του καταμερισμού της εργασίας για χάρη της τεχνολογικής προόδου. Το έργο του Braverman, που από πολλές μεριές είναι εξαιρετικό, ‘Εργασία και το Μονοπωλιακό Κεφάλαιο’, εξερευνά την υποβάθμιση της εργασίας, αλλά την βλέπει κυρίως ως το πρόβλημα της απώλειας της ‘θέλησης και της φιλοδοξίας να αποσπαστεί ο έλεγχος της παραγωγής από τα καπιταλιστικά χέρια’. Και το έργο του Schwabbe ‘οι Ψυχολογικές Συνέπειες της Φυσικής και Αλλοτριωμένης Εργασίας’, είναι αφιερωμένο στο τέλος κάθε κυριαρχίας στην παραγωγή, προβάλλει μια αυτοδιαχείριση της παραγωγής. Ο λόγος, φυσικά, για τον οποίο αγνοεί τον καταμερισμό της εργασίας είναι επειδή είναι συνυφασμένος με την παραγωγή – δεν παρατηρεί πως είναι παραλογισμός να μιλάμε για απελευθέρωση και παραγωγή στην ίδια ανάσα.

Η τάση του καταμερισμού της εργασίας από πάντα ήταν η εξαναγκαστική εργασία του εναλλάξιμου γραναζιού σε ένα όλο και πιο αυτόνομο, αδιαπέραστο προς κάθε επιθυμία κατασκεύασμα. Ο βαρβαρισμός των σύγχρονων καιρών είναι ακόμα η υποδούλωση στην τεχνολογία, δηλαδή, στον καταμερισμό της εργασίας. ‘Η εξειδίκευση’, έγραψε ο Giedion, ‘συνεχίζεται αδιάκοπα’, και στις μέρες μας μπορούμε πιο πολύ από ποτέ να δούμε τον στείρο, αντί-ερωτικό κόσμο που μας έχει φέρει. Ο Robinson Jeffers αποφάνθηκε, ‘δεν πιστεύω πως ο βιομηχανικός πολιτισμός αξίζει την παραμόρφωση της ανθρώπινης φύσης, και την ευτέλεια και την έλλειψη επαφής με την Γη, το οποίο συνεπάγεται’.

Εν τω μεταξύ, οι συνεχιζόμενοι μύθοι της ‘ουδετερότητας’ και του ‘αναπόφευκτου’ της τεχνολογικής ανάπτυξης είναι ζωτικής σημασίας για την τοποθέτηση όλων στον ζυγό του καταμερισμού της εργασίας. Αυτοί που αντιτίθενται στην κυριαρχία ενώ υπερασπίζονται την βασική της αρχή είναι οι διαιωνιστές της αιχμαλωσίας μας. Σκεφτείτε τον Guattari, αυτόν τον ριζοσπαστικό μετά-στρουκτουραλιστή, ο οποίος θεωρεί πως οι επιθυμίες και τα όνειρα είναι αρκετά πιθανά ‘ακόμα και σε μια κοινωνία με υψηλά αναπτυγμένη βιομηχανία και ιδιαίτερα αναπτυγμένες δημόσιες υπηρεσίες πληροφοριών, κλπ’. Αυτός ο ανώτερος Γάλλος, αντίπαλος της αλλοτρίωσης, χλευάζει τον/την αφελή που εντοπίζει την ‘απαραίτητη κακοήθεια των βιομηχανικών κοινωνιών’, αλλά προσφέρει την συνταγή πως ‘η συνολική συμπεριφορά των ειδικών χρειάζεται αμφισβήτηση’. Όχι η ύπαρξη των ειδικών, φυσικά, αλλά απλά η ‘στάση’ τους.

Στην ερώτηση, ‘Πόσο καταμερισμό της εργασίας θα πρέπει να εγκαταλείψουμε;’ ταιριάζει, πιστεύω, η απάντηση, ‘Πόση ολότητα με τους εαυτούς μας και τον πλανήτη επιθυμούμε;’

Γενοκτονία υψηλής τεχνολογίας

Το κείμενο είναι μετάφραση από το περιοδικό Green Anarchy. Πηγή: Αδάμαστο

Γενοκτονία υψηλής τεχνολογίας

Τα κινητά τηλέφωνα μπορεί να έχουν αλλάξει τον τρόπο που επικοινωνούμε, αλλά στην κεντρική Αφρική, η μεγαλύτερη κληρονομιά τους είναι ο πόλεμος και η εξολόθρευση των υπό εξαφάνιση ζώων.

Περισσότεροι από 4 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους στην κεντρική Αφρική σε έναν πόλεμο για την απόκτηση του κοβαλτίου, ένα ανθεκτικό στη θερμότητα ορυκτό μετάλλευμα που χρησιμοποιείται ευρέως στα κινητά τηλέφωνα, τους φορητούς υπολογιστές και άλλα ηλεκτρονικά είδη. Το κοβάλτιο βρίσκεται στα τριών δισεκατομμυρίων ετών εδάφη της Rift Valley, μια περιοχή της Αφρικής. Από αυτά τα μεταλλεύματα εξάγεται το ταντάλιο το οποίο και χρησιμοποιείται για την κατασκευή πυκνωτών τανταλίου, μικροσκοπικών ηλεκτρονικών στοιχείων που υπάρχουν στις ηλεκτρικές συσκευές. Το 80% των κοιτασμάτων αυτού του ορυκτού βρίσκονται στη Λαϊκή δημοκρατία του Κονγκό (DRC).

Αυτή η ορεινή περιοχή ζούγκλας είναι το πεδίο μάχης αυτού που έχει ονομαστεί ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος της Αφρικής, έναν πόλεμο του κογκολέζικου στρατού ενάντια σε έξι γειτονικές χώρες και των πολυάριθμων οπλισμένων φατριών. Τα θύματα είναι κατά κύριο λόγο πολίτες. Ο λιμός και οι διάφορες ασθένειες έχουν σκοτώσει εκατοντάδες χιλιάδες κόσμου, ενώ λόγω του πολέμου δύο εκατομμύρια άνθρωποι έχουν χάσει τα σπίτια τους. Συχνά αναφερόμενος ως απλά ένας εθνικός πόλεμος, η σύγκρουση είναι στην ουσία μια μάχη για την κατοχή των φυσικών πόρων που επιδιώκονται από τα ξένα κεφάλαια, των διαμαντιών, του κασσίτερου, του χαλκού, του χρυσού και προ πάντων του κοβαλτίου.

Ο πόλεμος άρχισε το 1998 όταν οι κογκολέζικες επαναστατικές δυνάμεις, με την υποστήριξη της Ρουάντας και της Ουγκάντας, κατέλαβαν το ανατολικό Κονγκό και κινήθηκαν προς τις στρατηγικές περιοχές μεταλλείας, επιτιθέμενοι στους πληθυσμούς αυτών. Ο στρατός της Ρουάντα έκανε σύντομα τζίρο πάνω από 20 εκατομμύρια δολάρια μηνιαίως από το εμπόριο κοβαλτίου.

Ακόμη και σήμερα, ο πόλεμος συνεχίζεται παρά τη συμφωνία ειρήνης που υπογράφτηκε το καλοκαίρι του 2002. Συμφωνία η οποία και υπογράφτηκε έπειτα από τη δολοφονία του προέδρου του Κονγκό Laurent Kabila, τον Ιανουάριο του 2001, και μετά από πίεση που ασκήθηκε από τη Νότια Αφρική. Αλλά ενώ τα ξένα στρατεύματα έχουν επίσημα αποσυρθεί από το Κονγκό, οι εσωτερικές φατρίες παραμένουν στον πόλεμο.

Εξορύσσοντας τον μαύρο χρυσό

Το κοβάλτιο έχει μετασχηματίσει την οικονομία του Κονγκό. Οι αγρότες που μετατοπίζονται από τα εδάφη τους δεν έχουν άλλη επιλογή εκτός από το να συμμετέχουν στις “ταξιαρχίες” εξαγωγής κοβαλτίου. Η διαδικασία είναι όμοια με τη εξόρυξη χρυσού. Το κοβάλτιο βρίσκεται σκάβοντας κοιλώματα στις κοίτες των ποταμών, με τους εργάτες να ξύνουν τις βρωμιές για να βρουν το μετάλλευμα.

Διάφορες εκθέσεις έχουν γίνει για την καταπάτηση των δικαιωμάτων των ανθρώπων που δουλεύουν στα κατειλημμένα από τις επαναστατικές δυνάμεις ορυχεία, καθώς και για την πορνεία, που έχει πολλαπλασιαστεί. Κατ’ εκτίμηση δύο εκατομμύρια άνθρωποι στο Κονγκό είναι φορείς του ιού του AIDS. Άνδρες, γυναίκες και παιδιά αναγκάζονται να οδηγηθούν στην εργασία σε μεταλλεία, τον πόλεμο και την πορνεία, ειδάλλως απειλούνται με βασανιστήρια, βιασμούς ή δολοφονίες.

Το κοβάλτιο καταλήγει από τα ορυχεία σε ειδικά ανταλλακτήρια που ελέγχονται και φορολογούνται από τους αντάρτες. Οι ξένοι έμποροι αγοράζουν έπειτα το μετάλλευμα και το στέλνουν στο εξωτερικό, συνήθως μέσω της Ρουάντα. Όλη η ποσότητα αγοράζεται από τρεις εταιρίες: Cabot (Αμερικάνικη), HC Starc(Γερμανική) και Nigncxia(Κινέζικη) που είναι και οι μόνες εταιρίες με την ικανότητα να μετατρέπουν το κοβάλτιο σε σκόνη τανταλίου. Η σκόνη αυτή πωλείται έπειτα στη Nokia, τη Motorola, την Compaq, τη Sony και άλλους κατασκευαστές για χρήση στα κινητά τηλέφωνα καθώς και άλλα προϊόντα.

Τον Δεκέμβριο του 2004, ο πρώην πρόεδρος της Cabot, Sam Bodman διορίστηκε γραμματέας του υπουργείου ενέργειας. Υπό την προεδρία του Bodman, από το 1987 έως το 2000, η Cabot ήταν μια από τις μεγαλύτερες ρυπογόνες εταιρίες της αμερικής εκπέμποντας 60.000 τόνους αερομεταφερόμενων τοξικών εκπομπών ετησίως.

Οικολογικά αποτελέσματα του πολέμου

Η κύρια περιοχή μεταλλείας του κοβαλτίου μέσα στο Κονγκό περιέχει το εθνικό πάρκο Kahuzi Biega (KBNP), όπου ζει ένα σπάνιο είδος γορίλα προς εξαφάνιση. Η αποψίλωση του πάρκου λόγω της εξόρυξης μετάλλων έχει καταστρέψει ένα μεγάλο μέρος του βιότοπου του γορίλλα αλλά και έχει οδηγήσει τον τοπικό πληθυσμό να εμπορεύεται το κρέας των ζώων αυτών με τους εργάτες και το στρατό από τα λατομία. Ο πληθυσμός των γορίλλων του KBNP μαζί με τον πληθυσμό στα παρακείμενα δάση Kasese, αντιπροσώπευσε το 86% του συνολικού πληθυσμού αυτού του είδους, πριν από τον εμφύλιο πόλεμο. Σύμφωνα με μια έκθεση που δημοσιεύεται από το “Dian Fossey Gorilla Fund and the Born Free Foundation” τον Μαΐου του 2001, ο πληθυσμός των γορίλλων του KBNP έχει πέσει κατακόρυφα από 8.000 ζώα το 1991 σε λιγότερο από 1.000 το έτος 2000, μια μείωση 85% σε μόνο 9 έτη. Η έκθεση συνεχίζει: “Οι ενδείξεις είναι ότι η βιοποικιλότητα της περιοχής Kahuzi-Biega έχει επικίνδυνα, αν όχι αδιόρθωτα, καταστραφεί”. Αν συνεχίσουν οι γραφειοκρατικές καθυστερήσεις να αποτρέπουν την αποτελεσματική και έγκαιρη δράση, ο κόσμος θα έχει γίνει θεατής του πρώτου μεγάλου πιθήκου που οδηγείται στην εξαφάνιση, θύμα του πολέμου, της ανθρώπινης πλεονεξίας και της υψηλής τεχνολογίας.

Δημιουργώντας μια σύνδεση

Όλως τυχαίως δεν είναι περίεργο που αυτές οι πληροφορίες δεν περιλαμβάνονται στο εγχειρίδιο χρήσης του κινητού σας τηλεφώνου. Ίσως στα κινητά τηλέφωνα πρέπει να κολληθούν αυτοκόλλητες ετικέτες που να λένε: Προσοχή! Αυτή η συσκευή δημιουργήθηκε με πρώτες ύλες από την κεντρική Αφρική. Τα υλικά αυτά που είναι σπάνια και μη ανακυκλώσιμα πωλήθηκαν για να χρηματοδοτήσουν έναν αιματηρό εμφύλιο πόλεμο και έχουν σχεδόν προκαλέσει την εξαφάνιση ενός απειλούμενου είδους. Οι άνθρωποι πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι υπάρχει μια άμεση σχέση μεταξύ των συσκευών που κάνουν τις ζωές τους περισσότερο “άνετες” και την τρομακτική πραγματικότητα της βίας, της αναταραχής και της καταστροφής που μολύνουν τον κόσμο μας.

πηγή στα ελληνικά:  http://blackout.yfanet.net/keimena/40